Η μακροπρόθεσμη στρατηγική που εκπονήθηκε το 1956 από τον Νιχάτ Ερίμ, έθεσε ως πάγιο στόχο για την Τουρκία, την εφαρμογή ενός μοντέλου που θα ισοδυναμεί με τη διχοτόμηση της νήσου και θα εξυπηρετεί τα δικά της συμφέροντα. Η τούρκικη εισβολή με τη βίαιη μεταφορά πληθυσμών και την δημιουργία χωριστής ντε φάκτο διοίκησης στο Βορρά έθεσε τις βάσεις για την ολοκλήρωση του επιτελικού σχεδίου «ανάκτησης Κύπρου». Τώρα βρισκόμαστε στο τελευταίο στάδιο των τουρκικών σχεδιασμών οι οποίοι προνοούν τη de jure διχοτόμηση, τη νομιμοποίηση δηλαδή, των τετελεσμένων της εισβολής διά της αποδοχής της ΔΔΟ. Ενός συνταγματικού εκτρώματος που θα νομιμοποιεί το γεωγραφικό, διοικητικό και πληθυσμιακό διαχωρισμό της Κύπρου.
Ένα σύνηθες επιχείρημα που προβάλλεται από τους θιασώτες της ομοσπονδίας είναι το εξής: Αφού πολλά κράτη αποτελούν ομοσπονδίες, διαφορετικές η μία από την άλλη, δεν πρέπει να ερμηνεύουμε το γεγονός ότι η διζωνική δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά αλλού στον κόσμο ως αρνητικό. Επιπλέον, ψάχνοντας αγωνιωδώς για εξεύρεση κοινών χαρακτηριστικών της διζωνικής με άλλες ομοσπονδίες στον κόσμο, καταλήγουν σε μία διαστρέβλωση των συνταγματικών πτυχών τρίτων ομοσπονδιακών κρατών προσπαθώντας να μας πείσουν ότι ουσιαστικά υπάρχουν και αλλού «σκλάβοι»αναχρονιστικών πολιτευμάτων και άρα – «γιατί όχι» – να γίνουμε και εμείς.
Στην περίπτωση της Κύπρου, το συγκεκριμένο μοντέλο παραγνωρίζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νήσου και τηςιστορικής της πορείας, ιδίως κατά τον 20ο αιώνα. Συγκεκριμένα, το υπό διαπραγμάτευση μοντέλο λύσης του κυπριακού, είναι προβληματικό αφού αποτελεί στόχο τουρκοβρετανικής προελεύσεως (και άρα εκ διαμέτρου αντίθετης με το εθνικό συμφέρον), ο οποίος σταδιακά υιοθετήθηκε από την πολιτική ηγεσία.
Επιπρόσθετα και εν αντιθέσει με άλλα ομοσπονδιακά κράτη, η Κύπρος δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα διοικητικού ελέγχου(λόγω της μικρής γεωγραφικής της έκτασης) και άρα δεν υφίσταται λόγος διαμελισμού του ενιαίου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ομόσπονδα κρατίδια. Το υφιστάμενο μοντέλο του ενιαίου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας ικανοποιεί τις διοικητικές της ανάγκες και άρα η οποιασδήποτε μορφής ομοσπονδία, είτε αυτή λέγεται διζωνική, είτε πολυπεριφερειακή, δεν εξασφαλίζει διοικητικά πλεονεκτήματα. Αντιθέτως οδηγεί σε νέους δυσλειτουργικούς, πολυδάπανους και άκαμπτους κρατικούς μηχανισμούς.
Ακόμα και σε συνομοσπονδιακά μοντέλα όπως το Ελβετικό, το οποίο παρέχει αυξημένη αυτονομία στα καντόνια και αποκλίνει από την αρχή του «ένας άνθρωπος- μία ψήφος» στις αποφάσεις της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, δεν παρουσιάζεται το ρατσιστικό στοιχείο της «πολιτικής ισότητας» των όποιων κοινοτήτων/εθνοτικών ομάδων, σύμφωνα με το οποίο η δύναμη ψήφου βασίζεται στην εθνική καταγωγή του κάθε πολίτη. Ακόμα και αν ένα καντόνι έχει δυσανάλογη με τον πληθυσμό του δύναμη ψήφου, ο κάθε Ελβετός απολαμβάνει την ελευθερία εγκατάστασης στο οποιοδήποτε καντόνι και άρα έχει το δικαίωμα να επιλέξει την δύναμη ψήφου που ο ίδιος θα απολαμβάνει. Αντιθέτως το μοντέλο της ΔΔΟ, το οποίο κάποιοι ατυχώς παραλληλίζουν με το Ελβετικό μοντέλο, προνοεί πλειοψηφία τουρκοκυπρίων στο βόρειο κρατίδιο και ελληνοκυπρίων στο νότιο και άρα παραβιάζει την αρχή της ελευθερίας εγκατάστασης, διαχωρίζει τους πολίτες του κράτους με ρατσιστικά κριτήρια και συνεπώς δημιουργεί ένα καθεστώς απαρτχάιντ εις βάρος των Ελλήνων οι οποίοι θα αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Αφού λοιπόν το ομοσπονδιακό μοντέλο δεν συμβαδίζει με τα χαρακτηριστικά και τις διοικητικές ανάγκες της Κύπρουκαι εφόσον είναι αντιδημοκρατικό και ρατσιστικό, για ποιους λόγους θεωρείται ως «ρεαλιστικά» βιώσιμο και λειτουργικό;
Είναι άκρως αντιφατικό και υποκριτικό το γεγονός ότι οι πολιτικοί αρχηγοί υιοθετούν και προάγουν το στόχο της Τουρκίας για κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας διά της εφαρμογής της ΔΔΟ, ενώ παράλληλα διακηρύττουν την δήθεν προσήλωσή τους στη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποτροπή της διχοτόμησης. Ο σημαντικότερος λόγος για την επιμονή στην πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας και την αδυναμία αντιμετώπισης των μεθοδεύσεών της, είναι η έλλειψη μακροπρόθεσμης εθνικής στρατηγικής.
Παρόλο που οι γεωπολιτικές πραγματικότητες και το ισοζύγιο δυνάμεων στην περιοχή μας μεταβάλλονται, η πολιτική ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας εμμένει στην αποτυχημένη τακτική των συνομιλιών με τα υποχείρια της Άγκυρας και στην τακτική των ΜΟΕ με τους σφετεριστές των ελληνικών περιουσιών, απαξιώνοντας και αχρηστεύοντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις χρυσές ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν την τελευταία δεκαετία για αλλαγή πλεύσης στο κυπριακό και ενίσχυσης της δικής μας διαπραγματευτικής θέσης.
Οι νέες πραγματικότητες και ο γνήσιος ρεαλισμός επιβάλλουν την ενίσχυση των συντελεστών ισχύος του κράτους μας ούτως ώστε να μπορούμε να απαιτήσουμε και να πετύχουμε την επανενσωμάτωση των κατεχομένων εδαφών μας στο ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς, η παθητική αποδοχή των τουρκικών μεθοδεύσεων και η απροθυμία για επένδυση στο διπλωματικό – και όχι μόνο – οπλοστάσιο της Κύπρου, καθιστά το κράτος μας όμηρο του τουρκικού νεοοθωμανισμού. Είναι δε προκλητικό, αξιωματούχοι και πολιτικοί της Κυπριακής Δημοκρατίας που ουδέποτε αφιέρωσαν χρόνο για να ακονίσουν τα διπλωματικά μαχαίρια της Κύπρου, να χρησιμοποιούν την έλλειψη ισχύος ως επιχείρημα για να πείσουν τον κυπριακό λαό να αποδεχτεί τη συνθηκολόγηση.
Η Κύπρος έχει στο οπλοστάσιο της το διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων, ενώ με την πλήρη ένταξη της στην Ε.Ε. διασφάλισε την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε όλη την επικράτεια της (με προσωρινή αναστολή στα υπό κατοχήν εδάφη της). H ρευστότητα και αστάθεια που παρατηρείται στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, η καίρια στρατηγική θέση του νησιού μας και η εξεύρεση υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ, μπορούν να δώσουν στην Κύπρο αναβαθμισμένο περιφερειακό ρόλο. Με σωστές συμμαχίες και με την επιβεβλημένη αναβίωση του ενιαίου αμυντικού δόγματος μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον τουρκικό ισλαμοφασισμό και να φράξουμε τις επεκτατικές του βλέψεις, διεκδικώντας επιτέλους αυτό που για άλλους σκλαβωμένους λαούς – που βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από εμάς – θεωρείται αυτονόητο, δηλαδή την άνευ όρων απελευθέρωση της πατρίδας μας.
Τα όπλα υπάρχουν. Η θέληση υπάρχει;
Ανδρέας Παντελίδης
Πρόεδρος
ΜΕΤΩΠΟ Κυπρίων Φοιτητών Ηνωμένου Βασιλείου
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Σημερινή” στις 15 Αυγούστου 2014
