Προτού ακόμα καθίσει στην καρέκλα του ψευδοκράτους ο Ακιντζί και προτού καν ξεκαθαριστούν οι προθέσεις του στις συνομιλίες, η κυβέρνηση Αναστασιάδη εστιάζοντας την προσοχή της στα δήθεν «Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης», πετυχαίνει για πολλοστή φορά την προβολή του Κυπριακού, όχι ως προβλήματος εισβολής και κατοχής, αλλά ως προβλήματος ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων, που μπορεί συνεπώς να λυθεί με «οικοδόμηση εμπιστοσύνης». Όχι μόνο η πολιτική ΜΟΕ αποσυνδέει το Κυπριακό από τις σωστές του βάσεις και διαστρεβλώνει την ουσία του προς την διεθνή κοινότητα, αλλά και τα συγκεκριμένα μέτρα στα οποία προτίθενται να προβούν οι κυβερνώντες, οδηγούν σε μιας μορφής ενδιάμεση λύση και αποδοχή παράνομων τετελεσμένων, προσφέροντας στην πράξη γη και ύδωρ στους σφετεριστές των περιουσιών μας στα κατεχόμενα.
Ενώ η κυβέρνηση και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέλαβαν να αποτρέψουν την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και συνεπώς την αναβάθμιση του ψευδοκράτους, στην πράξη οδηγούν συνειδητά σε καθεστώς έμμεσης αναγνώρισης του ψευδοκράτους μέσω της φαεινής ιδέας να αποδεχτούν ως αντάλλαγμα για το άνοιγμα της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, την λειτουργία του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου.
Κάτω από το ψήφισμα 550, το Συμβούλιο Ασφαλείας «θεωρεί τις απόπειρες για εποικισμό οποιουδήποτε τμήματος των Βαρωσίων από άτομα άλλα από τους κατοίκους τους ως απαράδεκτες και ζητά τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών». Το εν λόγω ψήφισμα που παραβιάζεται εδώ και 31 χρόνια από την Τουρκία, πλέον παραβιάζεται και από την Κυπριακή Δημοκρατία διά του Προέδρου Αναστασιάδη και της κυβέρνησης σε δύο σημεία. Πρώτον, το ψήφισμα καλεί για επιστροφή των Βαρωσίων και όχι μόνο της περίκλειστης πόλης. Κατά δεύτερον, το ψήφισμα δεν περιλαμβάνει οποιεσδήποτε προϋποθέσεις για την επιστροφή της πόλης στους νόμιμους κατοίκους της, εντούτοις η κυβέρνηση όχι μόνο προσφέρει ανταλλάγματα για μια ήδη υπάρχουσα υποχρέωση της Άγκυρας, αλλά τα ανταλλάγματα που προσφέρει και δη το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου, παραβιάζει την παράγραφο 3 του ψηφίσματος 550 που «επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς όλα τα κράτη να μην αναγνωρίσουν το δήθεν κράτος της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» που εγκαθιδρύθηκε με τις αποσχιστικές ενέργειες και τα καλεί να μη διευκολύνουν ή με οποιοδήποτε τρόπο βοηθήσουν την προαναφερθείσα αποσχιστική οντότητα».
Ο μόνος δρόμος για άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου κάτω από «συνθήκες νομιμότητας» όπως διακηρύττει η πολιτική μας ηγεσία, είναι υπό τις αρχές και την εποπτεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που προϋποθέτει ταυτόχρονα και την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία. Εάν όμως το εν λόγω αεροδρόμιο, το οποίο αντιπροσωπεύει την ντε φάκτο διχοτόμηση του FIR της Κυπριακής Δημοκρατίας, ανοίξει υπό τον έλεγχο διεθνούς οργανισμού χωρίς την ταυτόχρονη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, η κυβέρνηση με δική της πρωτοβουλία ουσιαστικά αποδέχεται απώλεια μέρους της κυριαρχίας του κράτους μας επί του εναερίου του χώρου. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση αποδέχεται ότι η κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί να λάβει απόφαση για την εξάσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, παρά μόνο με την συγκατάθεση των εγκάθετων της Άγκυρας. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του αεροδρομίου της Πρίστινας που άνοιξε υπό την εποπτεία του ΟΗΕ και ήταν η απαρχή της αναγνώρισης της απόσχισης του Κοσσυφοπεδίου.
Είτε η κυβέρνηση επιδεικνύει εγκληματική αφέλεια και άγνοια των επιπτώσεων των προθέσεων της, είτε η εμμονή της σε επίτευξη λύσης όποια και αν είναι αυτή περιλαμβάνει την αναβάθμιση του ψευδοκράτους για ομαλοποίηση της τελικής εφαρμογής του πολιτειακού μοντέλου των ισότιμων συνιστώντων κρατών και προβολή της de jure διχοτόμησης δια ομοσπονδίας, ως μονόδρομο. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι το ίδιο μειοδοτικό και το ίδιο ζημιογόνο στις προσπάθειες γνήσιας άρσης της κατοχής και απελευθέρωσης των κατεχομένων. Ας μην τολμήσει λοιπόν η κυβέρνηση να απειλήσει ότι δίχως αποδοχή μελλοντικού σχεδίου ομοσπονδίας θα οδηγηθούμε στην de jure αναγνώριση του ψευδοκράτους, αφού όχι μόνο η κυβέρνηση εμμένει σε μια λύση που ήδη απέρριψε η πλειοψηφία του κυπριακού Ελληνισμού, οδηγώντας έτσι σε μια μελλοντική δεύτερη απόρριψη, αλλά επιπλέον η ίδια θέτει τις βάσεις για αναβάθμιση του ψευδοκράτους και ανοίγει τον δρόμο της εθελούσιας νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής.
Ανδρέας Παντελίδης
Πρόεδρος ΜΕΤΩΠΟΥ Κυπρίων Φοιτητών Ηνωμένου Βασιλείου