Αντρέας Γεωργιάδης
Εκπρόσωπος Τύπου
12 Νοεμβρίου 2010 *
Αν κάποιος επισκεφτεί την Κύπρο σήμερα και συνομιλήσει με τους ντόπιους, πολύ πιθανόν να μην καταλάβει ότι η μισή μας πατρίδα είναι κατεχόμενη. Οι φωτογραφίες του Ισαάκ και του Σολωμού στο Λήδρα Πάλλας έχουν ξεβάψει, τη θέση των χαροκαμένων μανάδων έχει πάρει ο σταθμός έλεγχου και το μόνο που ακούγεται είναι η μουσική από το παρακείμενο μπαράκι. Ο κόσμος συνεχίζει τον βαθύ λήθαργο στον οποίον έχει περιπέσει εδώ και καιρό.
Τριάντα-έξι χρόνια έχουν περάσει από την βάρβαρη τουρκική εισβολή. Τριάντα-έξι ολόκληρα χρόνια. Παρόλο που μεσολάβησε μεγάλο διάστημα, κάποια πράγματα έχουν παραμείνει αναλλοίωτα. Τα τουρκικά συρματοπλέγματα δεν έχουν μετακινηθεί ούτε ένα εκατοστό, οι κατεχόμενεςπεριουσίες ακόμα σφετερίζονται, οι εκκλησίες παραμένουν λεηλατημένες και ασυντήρητες και η τύχη όλων των αγνοουμένων δεν έχει ακόμα διακριβωθεί. Αναλλοίωτη, όμως, παραμένει και η επιθυμία των προσφύγων να επιστρέψουν στις πατρογονικές τους εστίες, η ανάγκη για επαγρύπνηση και αδιάκοπου αγώνα για δικαίωση και ο πόθος για λευτεριά.
Και στην αντίπερα όχθη, είναι η ηττοπάθειά μας. Η αδικαιολόγητη «ικανότητά» μας να ξεχνάμε αυτά που θέλουμε,πλάθοντας δικαιολογίες για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα και ψάχνοντας πάντα τον εύκολο δρόμο. Να συμβιβαζόμαστε με λιγότερα από αυτά που δικαιούμαστε και να ενθουσιαζόμαστε με τα ψίχουλα που μας πετάνε καμιά φορά, έτσι ώστε να συνεχίζουμε την αυτοκαταστροφική μας τάση.
Ενθουσιαζόμαστε για τη διάνοιξη του οδοφράγματος του Λιμνίτη, λες και ξαφνικά επιτράπηκε σε κάποιον πρόσφυγα να επιστρέψει στο σπίτι του, λες και μέσω του οδοφράγματος έφυγε έστω και ένας Τούρκος στρατιώτης. Στη διάνοιξη της οδού Λήδρας το ίδιο. Έγινε κοσμικό γεγονός και πλασαρίστηκε σαν πάρτι επανένωσης. Το γεγονός ότι υποχρεούμαι να επιδεικνύω ταυτότητα για να πάω να δω το σπίτι μου, σάμπως και ταξιδεύω σε μια άλλη χώρα, δεν λέει τίποτα;
Οι ξένοι διπλωμάτες μάς προκαλούν και μας κοροϊδεύουν μπροστά στα μάτια μας και ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με τα συνθήματα που φωνάζουν μερικοί έφηβοι στην παρέλαση, προσπαθώντας να σβήσουν και την τελευταία φλόγα που καίει. Λες και ο νεαρός Έλληνας της Κύπρου είναι αυτός που αφήνει την Αμμόχωστο να ρημάζει, μετατρέπει εκκλησιές σε στάβλους και αλλάζει τα ονόματα σε κάθε κατεχόμενο χωριό. Ενθουσιαζόμαστε και επικροτούμε την απόφαση Όραμς, όμως ξεχνάμε όλες τις υπόλοιπες κατεχόμενες περιουσίες και δεν αντιδρούμε στις προτάσεις για κατηγοριοποίηση των περιουσιών μας. Δεν αντιδρούμε σε προτάσεις που νομιμοποιούν τον τουρκικό εποικισμό, λες και οι 50.000 Τούρκοι έποικοι, που αυτή τη στιγμή σφετερίζονται τις περιουσίες μας, θα μένουν σε αντίσκηνα. Ξεχνάμε και γινόμαστε πιο πρόθυμοι να αφήσουμε την Μόρφου, την Κερύνεια, τον Καραβά και την Καρπασία, στο πλαίσιο των «οδυνηρών συμβιβασμών».
Ας ξυπνήσουμε επιτέλους και ας αναλογιστούμε ότι δεν είναι αυτή η μοίρα μας. Δεν είμαστε τόσο αδύνατοι, ή μάλλον τόσο ηλίθιοι, για να δεχόμαστε λιγότερα από αυτά που μας ανήκουν και να ενθουσιαζόμαστε με τα κάλπικα πυροτεχνήματά τους. Ας σταματήσουμε να τρώμε από τα ψίχουλα που μας πετάνε, κι ας διεκδικήσουμε επιτέλους ολόκληρη την μερίδα που μας αναλογεί, την οποία εδώ και χρόνια την τρώνε άλλοι. Ο τουρκικός εποικισμός συνεχίζεται ασταμάτητα, ο κατοχικός στρατός ενισχύεται, οι εκκλησιές καταρρέουν, τα τοπωνύμια αλλάζουν, ο χαρακτήρας του τόπου μας αλλάζει, μας κοροϊδεύουν ασταμάτητα, αλλά εμείς γιορτάζουμε επειδή ανοίξαμε τα οδοφράγματα. Ίσως τελικά μόνο η χαζομάρα παραμένει αναλλοίωτη. Ας ξυπνήσουμε επιτέλους!
«Αν λαχταράς την λευτεριά σ’ άλλον μην ελπίζεις. Μόνος σου πάρ’ την αν μπορείς αλλιώς δεν την αξίζεις»
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
* το άρθρο δημοσιεύθηκε στο “Προπύργιο”, 12/11/2010