You are currently viewing Δολοφονία Ανδρέα Παντελίδη

Σαν σήμερα, 1η Σεπτεμβρίου του 1962, δολοφονείται για τα ενωτικά του φρονήματα ο 22χρονος πρώην αγωνιστής της ΕΟΚΑ, Ανδρέας Παντελίδης, από το χωριό Μελίνη. Η δολοφονία του άτυχου νεαρού έγινε από όργανα του παρακράτους γιατί στο λόγο που εκφώνησε κατά το πρώτο ετήσιο μνημόσυνο των επίσης δολοφονηθέντων ενωτικών Ευριπίδη Νούρου και Νεοκλή Παναγιώτου, ορκίστηκε να πάρει εκδίκηση. Πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Ανδρέα αστυνομικά όργανα απείλησαν, χτύπησαν και συνέλαβαν τη μητέρα του και την οδήγησαν στο ψυχιατρείο γιατί διαμαρτυρόταν που το έγκλημα εις βάρος του παιδιού της είχε παραμείνει ανεξιχνίαστο. Εκεί αφέθηκε ελεύθερη αφού το ιατρικό προσωπικό διαπίστωσε την πλήρη ψυχική της υγεία.

Όσες πόρτες κι αν χτύπησε η χαροκαμένη Ελένη Παντελίδη, δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη για το θάνατο του γιου της και οι δολοφόνοι παρόλο που ήταν γνωστοί στις Αρχές, ουδέποτε συνελήφθησαν και παρέμειναν ελεύθεροι προς δόξαν της «δημοκρατίας» και της «έννομης τάξης». Μετά την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου και την εγκαθίδρυση του νέου κυπριακού κράτους άρχισαν ουσιαστικά οι συστηματικοί εκβιασμοί και οι διώξεις εναντίον της ενωτικής αντιπολίτευσης, όσων δηλαδή συνέχιζαν να πιστεύουν στο ιδανικό της Ένωσης. Η επί Μακαρίου δολοφονία του Ανδρέα Παντελίδη, αλλά και άλλων αντιπολιτευόμενων ενωτικών, αποτελούσε το προμήνυμα μιας δύσκολης και πολυτάραχης πολιτικής ζωής στην Κύπρο.

Ως ΜΕΤΩΠΟ ΚΦΗΒ μνημονεύουμε τον ακούραστο και αλύγιστο ενωτικό ήρωα Ανδρέα Παντελίδη, φάρο για εμάς τους χιλιάδες νέους Έλληνες της Κύπρου, ειδικά σε τέτοιες εποχές, της νέας τάξης του “νεοκυπρισμού” και των επαίσχυντων σχεδίων αφελληνισμού του νησιού. Ακόμη, νιώθουμε την ανάγκη να στηλιτεύσουμε την επιλεκτική ευαισθησία όσων αρνούνται να τιμήσουν τα θύματα του ζυριχικού παρακράτους, κάνοντας διακρίσεις μεταξύ “μακαριακών” και “αντιμακαριακών”, αριστερών και δεξιών. Αυτή η επιλεκτική ευαισθησία είναι που δεν αφήνει τις πολύχρονες πληγές να κλείσουν. Καταδικάζουμε κάθε είδους πολιτική δολοφονία χωρίς να ταξινομούμε τους ανθρώπους και να τους κατατάσσουμε σε κατηγορίες.