Αυγερινός Χαρτσιώτης
Πρόεδρος ΜΕΤΩΠΟΥ Κυπρίων Φοιτητών Ηνωμένου Βασιλείου
30 Μαΐου 2014
Το ΕΔΑΔ, μετά από αίτηση της Κύπρου ημερομηνίας 11/3/2010, κλήθηκε να αποφασίσει μία πτυχή των αποζημιώσεων προς δίκαιη ικανοποίηση της κυπριακής κυβέρνησης αναφορικά με την εκτέλεση της απόφασης στην Δ’ Διακρατική Προσφυγή της Κύπρου εναντίον της Τουρκίας (25781/94), που εκδόθηκε το 2001. Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εκδόθηκε στις 12 Μαΐου 2014, συνιστά θετική εξέλιξη που οπλίζει, αλλά και θωρακίζει διπλωματικά την Κυπριακή Δημοκρατία αφού:
α) Το ΕΔΑΔ υπέδειξε στην Τουρκία πως ακόμη δεν έχει συμμορφωθεί με την απόφαση του 2001 και την κάλεσε όπως το πράξει. Το 2001 το Δικαστήριο έκρινε την Τουρκία ένοχη για πολλαπλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ελλήνων της Κύπρου, απότοκο των στρατιωτικών επιχειρήσεων του 1974, της συνεχιζόμενης διαίρεσης της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και της παράνομης δραστηριότητας του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα εδάφη μας.
β)Το Δικαστήριο κάλεσε την τουρκική κυβέρνηση να καταβάλει τα ποσά των 30 συν 60 εκατομμυρίων ευρώ στην Κυπριακή Δημοκρατία και αυτή με τη σειρά της να τα διαμοιράσει στους δικαιούχους, τις οικογένειες των 1456 αγνοουμένων και τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας αντίστοιχα. Οι αποζημιώσεις αυτές δεν αφορούν αποζημιώσεις προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Αντιθέτως, αφορούν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των δύο προαναφερθέντων συνόλων για την ηθική βλάβη που υπέστησαν όσοι εμπίπτουν στις κατηγορίες αυτές, ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
γ) Επαναβεβαιώθηκε ότι η απόφαση στην υπόθεση Δημόπουλος και Άλλοι εναντίον Τουρκίας, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί την υποχρέωση της Τουρκίας να σεβαστεί και να εφαρμόσει την απόφαση του ΕΔΑΔ το 2001. Επομένως, το ΕΔΑΔ επαναφέρει το ζήτημα της παραβίασης του Άρθρου 1, του 1ου Πρωτοκόλλου της Ευρ. Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) περί «Προστασίας της ιδιοκτησίας», και εκθέτει την Τουρκία, η οποία ισχυρίζεται πως το ζήτημα της παράνομης εκμετάλλευσης και του σφετερισμού των ελληνοκυπριακών περιουσιών έληξε με τη σύσταση της Επιτροπής Αποζημιώσεων και την απόφαση στην υπόθεση Δημόπουλος.
Αυτό το σημείο κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντικό, αφού οι τουρκικοί ισχυρισμοί καταρρέουν, ενώ παράλληλα κλείνουν πολλά στόματα στις ελεύθερες περιοχές, που σε πλήρη σύμπλευση με την Τουρκία και προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων, ωθούσαν και συνεχίζουν να ωθούν απελπισμένους συμπολίτες μας στην «επιτροπή αποζημιώσεων», βάζοντας έτσι το δικό τους λιθαράκι στη διευθέτηση του εδαφικού από την πίσω πόρτα.
Γίνεται επομένως αντιληπτό πως η πρόσφατη απόφαση του ΕΔΑΔ ενισχύει την Κύπρο στο διεθνές σκηνικό. Το Δικαστήριο έθεσε το κυπριακό ζήτημα στην ορθή του βάση, ως ένα πρόβλημα εισβολής, παράνομης κατοχής εδάφους, εποικισμού, διχοτόμησης της επικράτειας κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους, και πολλαπλών παραβιάσεων των δικαιωμάτων των πολιτών του.
Κόντρα λοιπόν στο ρεύμα της «πολιτικής λύσης», του πλασματικού «ρεαλισμού», της αφελούς απόκρυψης των πραγματικοτήτων και του κατευναστικού λεξιλογίου, το ΕΔΑΔ αποστόμωσε πολλούς σε εξωτερικό αλλά και εσωτερικό.
Το Κυπριακό δεν μπορεί να λυθεί στις δικαστικές αίθουσες. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελεί πρόφαση για παράκαμψη της νομικής πτυχής του ζητήματος, αφού κάτι τέτοιο εξυπηρετεί τα τουρκικά συμφέροντα και αποτελεί διπλωματική αυτοκτονία. Η πρόσφατη απόφαση δικαιώνει όσους επιμένουμε πως το διεθνές δίκαιο λειτουργεί υπέρ της Κύπρου και αφοπλίζει την Άγκυρα, η οποία στριμώχνεται και απομονώνεται από κέντρα λήψης αποφάσεων.
Συνεπώς, η ανάδειξη και η πρόταξη της νομικής διάστασης του Κυπριακού, στο πλαίσιο της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής, είναι απαραίτητη. Τόσο η ΕΣΔΑ, όσο και οι κανόνες του διεθνούς δικαίου ευνοούν την Κύπρο και τη θωρακίζουν απέναντι σε επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και διπλωματικούς τακτικισμούς της Άγκυρας, η οποία εκτίθεται από τη μη εφαρμογή της απόφασης του 2001 και την άρνηση να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της πρόσφατης απόφασης.
Η Τουρκία για άλλη μια φορά αποδεικνύει πως δεν σέβεται τη διεθνή νομιμότητα και αποτελεί ένα κράτος οπισθοδρομικό, εσωστρεφές και ανάξιο εμπιστοσύνης (παρά τις διαβεβαιώσεις του Αμερικανού πρέσβη κ. Κόνινγκ, περί του αντιθέτου). Συμπερασματικά, η απόφαση του ΕΔΑΔ αποδεικνύει πως τέσσερις δεκαετίες μετά τα γεγονότα του 1974, η Τουρκία εξακολουθεί να εγκληματεί εις βάρος της Κύπρου και των πολιτών της. Τα εγκλήματα δεν μπορούν να παραγραφούν, παρά μόνο με συνταγματικές αλχημείες τύπου Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Η Τουρκία αρνείται να εφαρμόσει τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ αφού, όπως και το 2001, βλέπει πως διαμορφώνονται συνθήκες ευνοϊκές για την επιβολή του διζωνικού δικοινοτικού ομόσπονδου εκτρώματος, το οποίο νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της εισβολής και της κατοχής, παραγράφοντας τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί και ενταφιάζοντας τα δίκαια αιτήματά μας. Αυτός άλλωστε είναι και ένας από τους λόγους που η εναλλακτική πρόταση στο Κυπριακό, αυτή της διατήρησης και απελευθέρωσης του ενιαίου κράτους και της επανενσωμάτωσης των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία, καθίσταται η μοναδική που είναι συμβατή με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο.
Η πολιτική ηγεσία, και ιδιαίτερα η Κυβέρνηση έχει χρέος να αξιοποιήσει την πρόσφατη απόφαση του ΕΔΑΔ, αλλά και να απαιτήσει την εφαρμογή της απόφασης της Δ’ Διακρατικής Προσφυγής του 2001. Το δίκαιο και η εφαρμογή του πρέπει να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος του (ελλιπούς) στρατηγικού μας σχεδιασμού και των διπλωματικών μας ενεργειών. Οι τουρκικές συστάσεις περί αποφυγής δημιουργίας δήθεν αρνητικού κλίματος στις συνομιλίες πρέπει να αγνοηθούν, αφού οι δικές τους προκλήσεις και η αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζεται επί καθημερινής βάσεως. Η πρόκληση κόστους, ακόμη και σε επικοινωνιακό/διπλωματικό επίπεδο, είναι από τους λιγοστούς μοχλούς πίεσης που έχουν απομείνει σε ένα κράτος οικονομικά εξασθενημένο και αμυντικά γυμνό.
Ο Κύπριος ΥΠΕΞ ήδη αχρήστευσε την ευκαιρία να αξιοποιήσει την απόφαση κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον. Ακόμη μία ευκαιρία φαίνεται να χαραμίστηκε και κατά τις επαφές που προηγήθηκαν της επίσκεψης του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ κ. Τζ. Μπάιντεν, ο οποίος δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στην κατοχή της χώρας. Φυσικά κανείς δεν μπορεί να έχει τέτοιες απαιτήσεις, όταν η δική μας ηγεσία πρώτη έριξε και την ασπίδα και το όπλο. Κάποιοι φαίνεται πως αρκούνται και με δηλώσεις υπέρ του αυτονόητου, της αναγνώρισης δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας ως της μοναδικής νόμιμης κρατικής οντότητας στο νησί.
*Το παρόν άρθρο αναμοδημοσιεύθηκε στο 17ο τεύχος του Προπυργίου και στη Σημερινή στις 25 Μαΐου 2014