Η πρόσφατη επίσκεψη Νταβούτογλου στην Αθήνα και η παράνομη συνάντησή του με τον Αλ. Ντάουνερ στα κατεχόμενα, αλλά και οι εμπρηστικές δηλώσεις τόσο του ιδίου όσο και του λαλίστατου Έρογλου σχετικά με τις διαδικασίες για έκδοση κοινού ανακοινωθέντος, είναι κοινώς αποδεκτό πως μας έχουν οδηγήσει σε νέο αδιέξοδο. Για το αδιέξοδο αυτό η ευθύνη βαραίνει πρωτίστως την Τουρκία που απέδειξε ακόμα και στο Νίκο Αναστασιάδη, ότι η μη επίτευξη συμφωνίας επί του κοινού ανακοινωθέντος, πόσο μάλλον η επίτευξη συνολικής λύσης, δεν απορρέει από τον «απορριπτισμό» των εκτοπισθέντων Ελλήνων της Κύπρου, αλλά από την επιμονή της Τουρκίας στην πιστή εφαρμογή του επιτελικού «Σχεδίου Επανάκτησης Κύπρου» (του Τούρκου συνταγματολόγου και διαπραγματευτή στη Ζυρίχη, Νιχάτ Ερίμ) από το 1957 μέχρι σήμερα.
Υπό την απειλή των όπλων (επισήμως έχουμε εκεχειρία και όχι ειρήνη), η Κυπριακή Δημοκρατία επιχειρεί, εδώ και 39 χρόνια, να κατευνάσει το εκάστοτε καθεστώς στην Τουρκία, πλησιάζοντας χρόνο με τον χρόνο τις πάγιες Τουρκικές θέσεις στο Κυπριακό, παραδίδοντας στα χέρια του θύτη όσα δικαιώματα δεν μας παραβίασαν διά της βίας με την εισβολή του 1974. Με αναπτερωμένο το Τουρκικό ηθικό από την εκλογή του Νίκου Αναστασιάδη στην προεδρία του κράτους μας αλλά και με την συμβολή των Ηνωμένων Εθνών και του Αλ. Ντάουνερ που παραβιάζουν το Ψήφισμα 550/84 του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι νεο-οθωμανοί παρουσιάζονται σταθεροί και αμετάκλητοι στις διχοτομικές τους θέσεις, περιμένοντας για άλλη μια φορά τις γενναιόδωρες προσφορές από την πλευρά μας ώστε να πετύχουν το ζητούμενο: να νομιμοποιήσουν όσα άρπαξαν διά πυρός και σιδήρου το 1963-64 και ακολούθως το 1974, να εδραιώσουν στη συνείδηση των τουρκοκυπρίων την παράλογη απαίτηση για δικαιώματα και εξουσίες που πηγάζουν από την επίπλαστη τουρκική εθνική συνείδησή τους και κυρίως να αποκτήσουν αποτελεσματικό έλεγχο σε ολόκληρη την επικράτεια του νησιού μέσω της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Η αποτυχία των διακοινοτικών συνομιλιών, η στάση των Ηνωμένων Εθνών και κυρίως της Τουρκίας, καθιστά τη χάραξη μιας νέας Εθνικής στρατηγικής στο Κυπριακό, επιτακτική ανάγκη. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης μετά και την απόρριψη των εισηγήσεών του από τον κατακτητή, προτάσεις οι οποίες ξεπέρασαν κάθε κόκκινη γραμμή Εθνικής αξιοπρέπειας (λ.χ. αναφορές σε συνιστώντα κρατίδια και κυριαρχία που πηγάζει από κοινού με την άλλη κοινότητα), έχει την δυνατότητα αλλαγής πλεύσης στο Κυπριακό με δεδομένη την αδιαλλαξία της Τουρκικής πλευράς. Αλλαγή πλεύσης και στρατηγικής πριν έρθει η Τουρκία, φαινομενικά ως το «καλό παιδί» και αποδεχτεί τις προτάσεις του Ν. Αναστασιάδη που στην ουσία επαναφέρουν το σχέδιο Ανάν (σχετικά με το οποίο είχε δεσμευθεί ότι θα σεβόταν την απόφαση του 2004). Εάν, όπως ο ίδιος και το κόμμα του αυτοχαρακτηρίζονται, είναι όντως «ρεαλιστές», οφείλουν να αντιληφθούν πως λύση με τα σημερινά δεδομένα των συνομιλιών και στα πλαίσια μιας ομοσπονδίας, θα υπάρξει μόνο εάν τα παραδώσουμε όλα στην Τουρκία. Ο μόνος τρόπος να καμφθεί η Τουρκική αδιαλλαξία δεν είναι οι υποχωρήσεις και οι συγκλίσεις με τις Τουρκικές επεκτατικές βλέψεις αλλά αντιθέτως, ο ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ της Τουρκίας να δεχτεί δίκαια λύση μέσω κινήσεων που της προκαλούν κόστος. Η Κύπρος σαφέστατα δεν έχει το εκτόπισμα για μονομερείς κινήσεις ωστόσο έχει ισχυρά όπλα τα οποία παρά τις καθημερινές εκκλήσεις του αντιομοσπονδιακού χώρου, δεν έχει ακόμη αξιοποιήσει. Αντιθέτως όλα μας τα διπλωματικά όπλα αχρηστεύονται από την δική μας εμμονή σε άδικες, ρατσιστικές, μη εφαρμόσιμες και μη βιώσιμεςπροτάσεις.
Στο ΜΕΤΩΠΟ Κυπρίων Φοιτητών Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούμε πως τώρα παρουσιάζεται ακόμη μια ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης στο Κυπριακό με αναγκαία προϋπόθεση την χάραξη μιας μακροχρόνιας ΕΘΝΙΚΗΣ στρατηγικής από κοινού με την Ελλάδα. Η στρατηγική που οφείλει να χαράξει η πολιτική μας ηγεσία σε σύμπλευση με την κυβέρνηση της Ελλάδος είναι η στρατηγική της αξιοπρέπειας και του δικαίου, με ξεκάθαρους στόχους που έχουν ως βάση το δίκαιο και όχι την άτακτη υποχώρηση και την ξερή ελπίδα κατευνασμού του θηρίου, μια στρατηγική που αντιτάσσεται και δεν νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της εισβολής, την διχοτόμηση του εδάφους, της κυριαρχίας και των εξουσιών. Οι πυλώνες που πρέπει να βασιστεί η νέα πορεία στο Κυπριακό είναι ο απεγκλωβισμός από την βάση ομοσπονδίας, η δημιουργία συμμαχιών στη βάση των αμοιβαίων συμφερόντων, η αναπτέρωση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος και η ενίσχυση (και όχι η ζημιογόνος “αναδιοργάνωση” που οδηγεί σε αποστρατικοποίηση) της Εθνικής Φρουράς καθώς και η διεθνοποίηση του Κυπριακού στις σωστές του βάσεις, ως πρόβλημα δηλαδή εισβολής και κατοχής και όχι ως διακοινοτικής σύρραξης.
Οι συμφωνίες κορυφής 1977-79 οι οποίες ορίζουν την βάση λύσης ως ομοσπονδιακή, καταπατήθηκαν από την Τουρκική πλευρά με την ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983 και άρα δεν δεσμεύουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Κατά συνέπεια ο νέος στόχος μας θα πρέπει να είναι η διατήρηση του υπάρχοντος και χειροπιαστού ενιαίου κράτους του οποίου το σύνταγμα είναι μεν συμβατό με τις αρχές του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου αλλά θα πρέπει να ενσωματώσει και βασικές αρχές της δημοκρατίας και της ισότητας δίχως δικοινοτικούς ρατσιστικούς διαχωρισμούς τύπου άπαρτχαιντ. Επιπλέον, στο τραπέζι των συνομιλιών θα πρέπει να καθίσει η Τουρκία και όχι ο ηγέτης του κατοχικού μορφώματος ( ο όποιος διαπραγματευτής), αφού το Κυπριακό είναι θέμα Τουρκικής εισβολής, κατοχής, εποικισμού και εθνοκάθαρσης και όχι διακοινοτικής διαφοράς. Οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί ότι η διπλή επίσκεψη των δύο διαπραγματευτών, σε Αθήνα και Άγκυρα αντίστοιχα, φέρνει την Τουρκία στο τραπέζι, σαφέστατα αντιστρατεύονται το ζητούμενο αφού διαπραγματευτής του ψευδοκράτους θα γίνει αποδεκτός και από τον ΥΠΕΞ της Ελλάδος.
Το παρόν σκηνικό στην Μεσόγειο αλλά και το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό ισοζύγιο δυνάμεων στην περιοχή, καθιστά απαραίτητη την δημιουργία κοινού άξονα Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ ο οποίος θα αντιμετωπίσει και θα αντιταχθεί στον Τουρκικό νεο-οθωμανικό επεκτατισμό σε Αιγαίο και Μεσόγειο. Η κοινή εκμετάλλευση φυσικού αερίου από τα τρία κράτη και η εμπλοκή συμφερόντων μεγάλων δυνάμεων όπως η Γαλλία , η Γερμανία και η Αμερική θα αλλάξουν ριζικά τις βλέψεις της Τουρκίας στην Κύπρο αλλά και τη διαπραγματευτική θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η συμμαχία Κύπρου-Ελλάδας- Ισραήλ, ακόμη και στον ελάχιστο βαθμό, μπορεί και πρέπει να ενδυναμωθεί με αίτηση για ένταξη της Κύπρου στον Συνεταιρισμό για την Ειρήνη (στον οποίο μέλος είναι και η Ρωσία) και ακολούθως με αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Είναι καιρός να βάλουμε στην άκρη τις όποιες ιδεοληψίες για την Βορειοατλαντική συμμαχία και να αντιληφθούμε πως η σύμπλευση με ΝΑΤΟ και Αμερική, παρά το βρόμικο ρόλο τους στην ιστορία του Κυπριακού ζητήματος, μπορόυν να δώσουν ένα νέο πολύ σημαντικό ρόλο στην Κύπρο εντός του οργανισμού, γεγονός που μπορεί επομένως να προσφέρει την δυνατότητα νέων συμμαχιών. Άλλωστε ενόσο το πρόβλημα παραμένει άλυτο δημιουργείται εμπλοκή στις σχέσεις ΝΑΤΟ-ΕΕ. Άκρως σημαντική είναι και η σωστή εκμετάλλευση της ιδιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας ως αναγνωρισμένου μέλους της Ευρωπαικής Ένωσης για την κατοχύρωση του ευρωπαϊκού κεκτημένου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην λύση του Κυπριακού προβλήματος.
Με ή χωρίς την ένταξη μας στο ΝΑΤΟ, η αναπτέρωση της Εθνικής Φρουράς και του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου θα ενισχύσει το ηθικό και το αίσθημα ασφάλειας του Κυπριακού Ελληνισμού και μπορεί να αποδειχτεί ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο στο τραπέζι των συνομιλιών για μια χώρα που αντιμετωπίζει στρατιωτική κατοχή.Τέλος, με σωστή διεθνοποίηση του Κυπριακού στις σωστές του βάσεις, και όχι στην βάση του «οδυνηρού συμβιβασμού» και των υποχωρήσεων όπως γινόταν μέχρι τώρα, μπορούμε να στρέψουμε τις πιέσεις της Διεθνούς κοινότητας προς την Τουρκία και να επιτύχουμε την αλλαγή στάσης από μέρους των Ηνωμένων Εθνών τα οποία εκμεταλλεύονται την δική μας ανοχή και τις δικές μας μειοδοτικές θέσεις μέχρι σήμερα για να δώσουν υπόσταση στο ψευδοκράτος και να μας στριμώξουν για να αποδεχτούμε τον εκτουρκισμό του νησιού μας. Το ερώτημα όμως που παραμένει είναι κατά πόσο, η ενδοτική κυβέρνηση του ΔΗΣΥ, η διεθνιστική και τουρκολαγνική αριστερά του ΑΚΕΛ αλλά και οι γνήσιοι απορριπτικοί-άνευ αντιπροτάσεων κεντρώοι του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ, έχουν το σθένος και την τόλμη να αρπάξουν την ευκαιρία και να πράξουν το αυτονόητο, να υπηρετήσουν δηλαδή το εθνικό συμφέρον.
Γραφείο Τύπου
ΜΕΤΩΠΟ Κυπρίων Φοιτητών Ηνωμένου Βασιλείου